Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές έχει ήδη ανακοινωθεί η αναβολή της συνάντησης των πολιτικών αρχηγών με τον πρωθυπουργό για αύριο, πιθανά, Κυριακή. Οι διαβουλεύσεις μεταξύ του υπουργού οικονομικών κ. Ευάγγελου Βενιζέλου και της τρόϊκας δεν είχαν καταλήξει, μέχρι αργά την Παρασκευή, και επομένως η συνάντηση ήταν φανερό πως δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί. Αναβλήθηκε επίσης και η συνεδρίαση του Eurogroup, «εξ αιτίας των υφισταμένων εκκρεμοτήτων» και στη θέση της τοποθετήθηκε μια τηλεδιάσκεψη.
Οι δυσκολίες είναι πια ξεκάθαρες. Οι πολιτικοί αρχηγοί που στηρίζουν τη δοτή κυβέρνηση πρέπει να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις της τρόϊκας αν θέλουν να υπάρχει κατάληξη τόσο για τη νέα δανειακή σύμβαση όσο και το PSI. Όμως το πολιτικό κόστος θα είναι πολύ μεγάλο. Πρακτικά η τρόϊκα απαιτεί μέτρα τα οποία θα επιφέρουν 25% πρόσθετη μισθολογική μείωση πέραν της προηγούμενης μείωσης που έχουν ήδη υποστεί οι εργαζόμενοι, που κατά τον υπουργό εργασίας είναι επίσης 25%. Τα διλήμματα, λοιπόν, είναι πολύ ισχυρά, μπροστά και σε ένα πολιτικό σύστημα που καταρρέει, όχι μόνο γιατί αντανακλούν πραγματικές καταστάσεις αλλά και γιατί πρέπει να λειτουργούν και ως τέτοια.
Απέναντι σ’ αυτήν την κατάσταση υψώθηκαν εκ νέου «οι κόκκινες γραμμές». Μέχρι και ο Γιώργος. Παπανδρέου παρουσιάστηκε «αντιμνημονιακός». Τα όρια, όμως, έχουν μπει τόσο από την πλευρά της τρόϊκα όσο και από την ντόπια ολιγαρχία. Η δήλωση του προέδρου του ΣΕΒ είναι ενδεικτική. Την παραθέτουμε ολόκληρη: «Είναι η πιο κρίσιμη στιγμή μιας διαπραγμάτευσης, μιας μάχης που η χώρα πρέπει να δώσει με σταθερότητα και αξιοπρέπεια. Παράλληλα, όμως, αισθάνομαι χρέος μου να υπογραμμίσω ότι μία χρεοκοπία θα καταδίκαζε τον τόπο σε μια εφιαλτική κατάσταση, την οποία ο πολύς κόσμος δεν μπορεί ούτε να φανταστεί. Η σκληρή πραγματικότητα, που σήμερα βιώνουμε θα μας φαινόταν παράδεισος, αν βρεθούμε στην κόλαση της δραχμής».
Η δήλωση είναι σαφής. Είναι σαν να μας λέει ότι στην περίπτωση που δεν δεχτεί η κυβέρνηση τους όρους της τρόϊκας τότε μοιραία η χώρα θα χρεοκοπήσει. Θα επικρατήσει «μια εφιαλτική κατάσταση». Από την άλλη, όμως, η ντόπια ολιγαρχία δεν είναι διατεθειμένη να οδηγηθεί η Ελλάδα εκτός ευρώ. Και αυτό είναι απολύτως κατανοητό γιατί η εκδίωξη από την ευρωζώνη δρομολογεί, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, και τη συνολική έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση γεγονός που ακυρώνει μια στρατηγικής σημασίας επιλογή της άρχουσας τάξης, με ότι πολιτικές και οικονομικές συνέπειες θα έχει μια τέτοια εξέλιξη γι αυτήν.
Αλλά η δήλωση αυτή είναι παράλληλα και αποκαλυπτική. Επιβεβαιώνει μέσα από τα ίδια τα λόγια ενός έγκυρου εκφραστή της άρχουσας τάξης την πραγματική θέση της χώρας στο ιμπεριαλιστικό πόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιβεβαιώνει την αδύναμη θέση της Ελλάδας. Την κατάσταση που έχει περιέλθει. Κατάσταση που θα έχει «μέλλον». Και θα έχει μέλλον γιατί ακόμη κι αν μέσα από την αποδοχή των νέων μέτρων που απαιτεί η τρόϊκα το 2020 το χρέος φτάσει στο 120% του ΑΕΠ πάλι αυτό δεν θα είναι διαχειρίσιμο αλλά, ταυτόχρονα, θα έχει επικρατήσει και ένα σεληνιακό εργασιακό τοπίο.
Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι ένα: Ποιος είναι αυτός ο παράγοντας που πρέπει να ανατρέψει ένα σκηνικό έντονης οικονομικής και πολιτικής παρακμής; Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα είναι μια: Μόνο το Εργατικό Κίνημα με τους κοινωνικούς του συμμάχους, τα μικροαστικά στρώματα της πόλης και του χωριού, μπορεί να το κάνει και μέσα από ένα Αντιιμπεριαλιστικό Αντιμονοπωλιακό Δημοκρατικό Μέτωπο. Και εδώ πρέπει να επισημανθεί το μείζον πρόβλημα. Η ανάγκη της ανασυγκρότησης και αναζωογόνησης του εργατικού κινήματος. Δεν εκφράζουμε μιαν ελπίδα. Εκφράζουμε μιαν ανάγκη. Γι αυτό μπορούμε να ελπίζουμε. Φυσικά δεν εννοούμε την ηγεσία της ΓΣΕΕ η οποία κατ’ επανάληψη αρέσκεται να παίζει το βρώμικο παιχνίδι του κοινωνικού εταίρου του ΣΕΒ και να δίνει πολιτική κάλυψη στις εκάστοτε επιλογές των μέχρι τώρα κυβερνήσεων.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.