Το τελευταίο διάστημα από την πλευρά του ΣΥΝ κυρίως και του ΣΥΡΙΖΑ ξεδιπλώνονται μια μεγάλη προπαγανδιστικού χαρακτήρα επίθεση προς τις δυνάμεις της αριστεράς και κυρίως το Κ.Κ.Ε. για την επιτακτική, όπως τη χαρακτηρίζουν, ανάγκη μιας ευρύτατης συνεργασίας πολιτικών δυνάμεων από το αντιμνημονιακό ΠΑ.ΣΟ.Κ. μέχρι και των αυτόνομο χώρο. Οι αιτίες που την τροφοδοτούν είναι:
• Η παρατεινόμενη κρίση του συστήματος που παρά τα μέτρα που λαμβάνονται βαθαίνει και η αποτυχία της άρχουσας τάξης να μην αντιμετωπίσει και να την ελέγξει στην οικονομία και ακόμη περισσότερο στο πολιτικό σύστημα και στα αστικά κόμματα. Η λαϊκή δυσαρέσκεια βαθαίνει παρά τα μεγάλα μέσα που διατίθενται και τις πρωτοβουλίες που λαμβάνονται με πιο χαρακτηριστική τη συγκυβέρνηση του μαύρου μετώπου με επικεφαλής το Λ. Παπαδήμο.
• Οι απανωτές δημοσκοπήσεις που εμφανίζουν συνεχιζόμενη τη φθορά των βασικών πολιτικών δυνάμεων- ΠΑ.ΣΟ.Κ. κυρίως, καθώς και το ΛΑΟΣ και η Ν.Δ., τη συνεχή μείωση της επιρροής τους και την άνοδο των σχημάτων της αριστεράς γενικά και πιο ειδικά του ΣΥΡΙΖΑ.
• Η άκαμπτη και αναποτελεσματική γραμμή του Κ.Κ.Ε. που το εμποδίζει να τεθεί επικεφαλής μιας ριζοσπαστικής αντιιμπεριαλιστικής λαϊκής συσπείρωσης, οδηγεί στην περιχαράκωση του και στρώνει το έδαφος σε άλλες δυνάμεις να προωθούν στα ζητήματα των συνεργασιών και γενικότερα της ταξικής πάλης μια μικροαστική γραμμή αποπροσανατολιστική και λαθεμένη.
Όσο βαθαίνει η κρίση και προχωράει η χώρα προς τις εκλογές, η προπαγανδιστική αυτή επίθεση θα δυναμώνει, επιζητώντας πολιτικά και εκλογικά οφέλη σε βάρος του Κ.Κ.Ε. και άλλων ριζοσπαστικών δυνάμεων.
Στο κύριο άρθρο της με τον τίτλο «ώρα για ενωτική και λαϊκή αντεπίθεση». Η εφημερίδα «Αυγή» πρόσφατα έγραφε: «Η ανάπτυξη των λαϊκών αγώνων είναι αναγκαίο να εγγραφεί σε μια προοπτική πολιτικών ανατροπών, σε προγραμματική διακυβέρνηση προς τα αριστερά…. η κρίση χρειάζεται πολιτική διέξοδο, με νέα πλειοψηφία, που θα αποτολμήσει λύσεις εκτός μνημονίου, σε ριζικά διαφορετική ευρωπαϊκή προοπτική…. Προέχει όμως η ενωτική δράση και η πολιτική συνεργασία… διαφορές υπάρχουν, κοινό πλαίσιο όμως μπορεί να συμφωνηθεί, είναι θέμα πολιτικής βούλησης…. αν η Αριστερά στο μεγαλύτερο εύρος της, από το αντιμνημονιακό-κοινωνικό ΠΑ.ΣΟ.Κ. μέχρι την εξωκοινοβουλευτική αριστερά, ακόμη και οι δυνάμεις του αντιεξουσιαστικού χώρου δεν παρέμβει πολιτικά σήμερα θα αφήσει ανοιχτό το έδαφος για ανασυγκρότηση του αστικού πολιτικού συστήματος. Αν η Αριστερά ενωθεί, τότε μπορεί να έρθει πρώτη δύναμη και να ανακόψει το φαύλο κύκλο του δικομματισμού, αποσπώντας από τη Ν.Δ. το μπόνους των 50 εδρών».
Από το άρθρο αυτό ως και τα δεκάδες άλλα άρθρα στελεχών του ΣΥΝ που δημοσιεύονται το πρώτο συμπέρασμα που συνάγεται είναι η μεγάλη αοριστία αυτών των τοποθετήσεων, όσον αφορά κυρίως στο πλαίσιο πάνω στο οποίο θα σχηματιστεί η συμμαχία αυτή, καθώς και τις επιδιώξεις της. Καμία αναφορά ποια θα είναι η προγραμματική της βάση, παρά μόνον η υποτίμηση των διαφορών μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων που είναι τεράστιες, όπως και των στόχων της συμπόρευσης με αναφορές «προγραμματική διακυβέρνηση προς τα αριστερά», «ανατροπή του σκηνικού με αριστερό πρόσημο» κ.λπ.. Η ηγεσία του ΣΥΝ αντιλαμβάνεται πολύ καλά τις διαφορές θέσεων και χαρακτήρα των πολιτικών δυνάμεων και το ανέφικτο μιας τέτοιας σύγκλισης, προφανώς όμως χρησιμοποιεί τις εκτιμήσεις αυτές προπαγανδιστικά τουλάχιστο ως προς το Κ.Κ.Ε.. Η επιδίωξη και η στόχευση φαίνεται ότι είναι μόνο ως προς ένα ορισμένο τμήμα του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και τη ΔΗΑΡ. Συμμαχία όμως , σημαίνει πρωτίστως σαφής προγραμματική βάση. Εκείνο που αποσαφηνίζεται είναι μόνο ότι η συμμαχία αυτή δεν θα είναι στα πλαίσια του μνημονίου και της σημερινής εφαρμοζόμενη πολιτικής, θα βρίσκεται όμως σαφέστατα εντός της ευρωζώνης και της Ε.Ε. Παρότι αναφέρει το άρθρο ότι θα είναι σε ριζικά διαφορετική ευρωπαϊκή προοπτική, αυτό καθόλου δεν διαφοροποιεί τα πράγματα μια και η ριζικά διαφορετική προοπτική προϋποθέτει επαναστατική ανατροπή του κεφαλαίου στις κυρίαρχες χώρες της Ε.Ε. και εξουσία της εργατικής τάξης και των εργαζομένων. Κάτι τέτοιο φυσικά δεν γίνεται ως τις εκλογές, ούτε τους επόμενους μήνες και πολύ περισσότερο ο Συνασπισμός δεν έχει καμιά σχέση με επαναστατικές λύσεις.
Κάπως πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά τον «εναλλακτικό δρόμο υπέρβασης της κρίσης» γίνεται το κόμμα ευρωπαϊκής αριστεράς, ΚΕΑ, μέσω του συμβούλιου των προέδρων του. Εκεί υπό τον τίτλο «λιγότερο δόγμα Μερκοζί, περισσότερη κοινωνική και δημοκρατική Ευρώπη», τίθενται έξι πυλώνες για μια τέτοια πολιτική, οι εξής: Αποσύνδεση των δημοσίων οικονομικών από τις χρηματοπιστωτικές αγορές, η ΕΚΤ να τεθεί υπό δημοκρατικό έλεγχο, αναδιοργάνωση του τραπεζικού τομέα και μείωση της ισχύος των χρηματοπιστωτικών αγορών, λύσεις στα προβλήματα του δημόσιου χρέους, κοινωνική Ευρώπη που να κατοχυρώνει ελάχιστες εγγυήσεις για τις ώρες εργασίας, τους μισθούς, τις συντάξεις… μετασχηματισμός της Ευρώπης σε ισορροπημένη ένωση, όχι στον αυταρχισμό, πραγματική δημοκρατία.....». Είναι φανερό ότι ορισμένοι εξ αυτών των στόχων είναι εντελώς ουτοπικοί. Δεν είναι δυνατόν να υλοποιηθούν μέσα στην Ε.Ε. του μονοπωλιακού κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού που γίνεται πιο αντιδραστική καθημερινά όλο και περισσότερο. Είναι βασική σοσιαλδημοκρατική συνταγή, βάζουμε λίγο σοσιαλισμό και πρόοδο θέτουμε ωραίες επιδιώξεις, αλλά η πράξη ουσιαστικά είναι απόλυτα υποταγμένη στο σύστημα. Συνολικά ως πλαίσιο στόχων δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένας περιορισμένος νεοκεϋνσιανισμός που καμιά σχέση δεν έχει με φιλολαϊκή έξοδο από την κρίση.
Ορισμένα στελέχη του συνασπισμού τοποθετούνται κριτικά απέναντι σε αυτό το πλαίσιο, χωρίς ωστόσο ουσιαστικά διαφοροποιούνται. Π.χ. ο Α. Καρίτζης σε πρόσφατο άρθρο του αναφέρει: «Ενώ δεν απογειωνόμαστε ζητώντας κομμουνισμό αύριο, εν τούτοις, για να μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τα άμεσά προβλήματα, ξεκινάμε de facto μια διαδικασία μετάβασης, διεύρυνση της λογικής των αναγκών έναντι της λογικής του κέρδους». Ως εκεί. Πολύ κακό για το τίποτε. Ο φόβος ότι διεκδικώντας ριζοσπαστικούς στόχους μπορεί να κατηγορηθούμε ότι διεκδικούμε κομμουνισμό αύριο οδηγεί στην αντίληψη ότι η αύξηση στην προπαγάνδα της σημασίας των αναγκών έναντι αυτής του κέρδους, οδηγεί στην εκκίνηση της διαδικασίας μετάβασης. Αυτό απαιτεί όμως η σημερινή συγκυρία στην Ελλάδα και την Ευρώπη που ο καπιταλισμός βρίσκεται σε μια τεράστια δίνη και η ανάγκη του σοσιαλισμού είναι προφανής όσο ποτέ; Ταιριάζει εδώ η απάντηση του Λένιν στον Κάουτσκυ το 1915 που ισχυρίζονταν ότι οι ακροαριστεροί αντιπαραθέτουν στον ιμπεριαλισμό όχι την προπαγάνδιση του σοσιαλισμού, αλλά την άμεση πραγματοποίηση του: «Ο Κάουτσκυ ξέρει πολύ καλά ότι οι ακροαριστεροί απαιτούν από το κόμμα μόνο την άμεση προπαγάνδιση και την προετοιμασία της επαναστατικής δράσης και καθόλου την άμεση πρακτική πραγματοποίηση του σοσιαλισμού. Από την αναγκαιότητα του ιμπεριαλισμού οι ακροαριστεροί βγάζουν το συμπέρασμα για την αναγκαιότητα της επαναστατικής δράσης». Ακριβώς αυτό ισχύει και σήμερα. Το κίνημα δεν πρέπει απλά να ψελλίζει κάτι για σοσιαλισμό, αλλά να προετοιμάζει τις προϋποθέσεις του αναπτύσσοντας επαναστατική δράση. Κάθε σκέψη για διέξοδο προς μια κάποια άμβλυνση των δεινών των εργαζομένων, για διόρθωση των «λαθών και αδυναμιών» του καπιταλισμού στην προοπτική μιας ομαλής ανάκαμψης του με πιο φιλολαϊκά χαρακτηριστικά οδηγεί στην ενσωμάτωση στην πολιτική του κεφαλαίου και στο σύστημα.
Όσον αφορά το εύρος της συμμαχίας αυτής που προωθεί ο Συνασπισμός τα πράγματα είναι σαφή. Από το τμήμα του ΠΑ.ΣΟ.Κ. που διαφωνεί με το μνημόνιο ως τους αναρχικούς. Φυσικά συμμαχία αυτών των δυνάμεων δεν μπορεί να υπάρξει. Κόμματα και δυνάμεις που έχουν αντιιμπεριαλιστικό και σοσιαλιστικό προσανατολισμό δεν πρόκειται να συμφωνήσουν. Σε αυτή την περίπτωση απομένει το αντιμνημονιακό ΠΑ.ΣΟ.Κ. μόνο που τελευταία ένα - ένα τα κορυφαία στελέχη του και οι υπουργοί ενδύονται τον αντιμνημονιακό μανδύα, ολόκληρο το ΠΑ.ΣΟ.Κ. κοντεύει να δηλώσει εναντίον του μνημονίου. Ο στόχος του ΣΥΝ είναι σαφής. Συμμαχία με δυνάμεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ. πιθανόν τη ΔΗΑΡ, συμμαχία που μπορεί να δώσει όχι φιλολαϊκή διέξοδο από την κρίση, αλλά ένα πιθανόν «καλύτερο» ΠΑ.ΣΟ.Κ., ας πούμε της εποχής Ανδρέα Παπανδρέου. Τέλος δηλώνεται σαφέστατα ότι ο στόχος είναι οι επόμενες εκλογές, γενικότερα οι εκλογές. «Ένα πειστικό εναλλακτικό πολιτικό σχέδιο, με ευρύτατες συμμαχίες να διεκδικήσει την κοινωνική εμπιστοσύνη για την υλοποίηση του. Διεκδικούμε να συγκροτήσουμε μια συμμαχία με δυναμική κυβέρνησης», έλεγε ο Α. Τσίπρας σε πρόσφατη συνέντευξή του.
Σε αυτή τη γραμμή, ουσιαστικά κλασσική κεντροαριστερά με στόχο την κυβέρνηση για να εφαρμόσει ένα λιγότερο νεοφιλελεύθερο και πιο κεϋνσιανό πρόγραμμα, ένας αξιόλογος αριθμός δυνάμεων του συνασπισμού διαφωνεί από το αριστερά. Το αριστερό ρεύμα και η Ίσκρα είναι γεγονός ότι αρκετό καιρό τώρα σε σοβαρά πολιτικά ζητήματα διατυπώνει έντονες διαφωνίες από την επίσημη γραμμή. Δεν συμφωνεί με την αντιμνημονιακή γραμμή, προβάλλοντας μια πολιτική διεξόδου από την κρίση με αριστερά χαρακτηριστικά, διαφωνεί με συμμαχίες προς τα δεξιά, θέτει θέμα εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη και από την Ε.Ε. κάπως πιο δειλά, προσανατολίζεται σε μια γραμμή ρήξης. Το γεγονός είναι θετικό και εκφράζει ένα τμήμα των διεργασιών που συντελούνται μέσα στην κοινωνία και τον αριστερό κόσμο. Σε πρόσφατο άρθρο της η Ίσκρα ασκεί κριτική στην πλειοψηφία της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και στην ηγεσία του Κ.Κ.Ε. για την ανθενωτική στάση τους και τους κατηγορεί για υποτίμηση της νοημοσύνης των αριστερών γιατί δεν απαντούν με αίσθηση ιστορικής ευθύνης στην ιστορική πρόκληση των καιρών, όπως αναφέρει. Όσο κι αν η κριτική αυτή έχει βάση η Ίσκρα οφείλει να κάνει ένα θεμελιώδη διαχωρισμό ανάμεσα στο Κ.Κ.Ε., κόμμα επαναστατικά προσανατολισμένο παρά τις αδυναμίες του και την κριτική που του ασκείται και στην πλειοψηφία της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ που είναι σταθερά προσανατολισμένη σε μορφές διαχείρισης του συστήματος. Όσο αυτή η διάκριση δεν γίνεται, όσο δεν αντιλαμβάνεται τη θεμελιώδη διαφορά αυτή, δεν θα μπορέσει να απαλλαγεί από τις αμφιταλαντεύσεις και τις παλινωδίες που χαρακτηρίζουν τη γραμμή της με κορυφαία τη διατύπωση ριζοσπαστικών αντιιμπεριαλιστικών θέσεων και ταυτόχρονα να εκφράζεται από τη γραμμή της ηγεσίας του συνασπισμού, μια γραμμή διαχείρισης του συστήματος. Θα λειτουργεί με τρόπο προβληματικό όσον αφορά τις θέσεις της για την αντιμετώπιση της κρίσης και την προοπτική της χώρας. Τέτοιες αυταπάτες εκφράζει η θέση της για συμμετοχή συνολικά του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα μέτωπο για την έξοδο από την κρίση σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, η να θεωρεί ότι παρά τις χαώδεις διάφορες που χωρίζουν τις δυνάμεις της αριστεράς σχετικά με το ευρώ και την Ε.Ε. είναι δυνατόν αυτές να ξεπεραστούν και να συνυπάρξουν αρμονικά στο πλαίσιο μιας συμμαχίας. Αυτά είναι εντελώς ουτοπικά.
Με δύο λόγια, η διέξοδος από την κρίση πρέπει να είναι οργανικά δεμένη με την πάλη για το σοσιαλισμό. Άλλη προοπτική υπέρ των εργαζομένων δεν υπάρχει. Αυτό σημαίνει όχι μόνο εκτός της ευρωζώνης αλλά και εκτός της ΕΕ. Σήμερα δεν υπάρχουν προϋποθέσεις για την οικοδόμηση μιας συμμαχίας που θα υπηρετήσει αυτό το στόχο. Δυνατή και αναγκαία σήμερα είναι η ανάπτυξη κοινής δράσης των δυνάμεων της αριστεράς πάνω στα μεγάλα κοινωνικά μέτωπα, μέσα στο μαζικό κίνημα, που θα προκύπτει από συζήτηση και τη σύναψη συμφωνιών. Θα στοχεύει στην πλατιά κινητοποίηση του λαού, στην απόκρουση της επίθεσης του κεφαλαίου και θα προετοιμάζει το έδαφος για μια συμμαχία ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τα μονοπώλια με προοπτική το σοσιαλισμό.
Δ. Δημητριάδης
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.