Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου 2012

Ο ηρωικός αγώνας των χαλυβουργών!


Πάνω από 120 ημέρες απεργιακών κινητοποιήσεων έχουν κλείσει οι ηρωικοί χαλυβουργοί. Αγωνίζονται για να αποτρέψουν τις απολύσεις των εργαζομένων και τις μειώσεις των μισθών τους σε μια καθοριστική περίοδο που το δικαίωμα στη δουλειά και το μεροκάματο τελεί υπό ολοκληρωτική αμφισβήτηση και η δοτή κυβέρνηση, που τη στηρίζουν τα κόμματα της άρχουσας τάξης, με τη μνημονιακή της πολιτική θα στείλει χιλιάδες εργαζόμενους στην ανεργία και την εξαθλίωση.
Η σημασία του αγώνα των χαλυβουργών ξεπερνάει τα δικά τους όρια και αιτήματα. Ο αγώνας τους είναι αγώνας όλων των εργαζομένων, τα αιτήματά τους είναι αιτήματα όλων των εργαζομένων. Μακάρι σε κάθε τόπο δουλειάς, σε κάθε εργοστάσιο, σε κάθε χώρο που ζουν και εργάζονται οι εργαζόμενοι να οργάνωναν την αντίστασή τους ενάντια σε μια οικονομική πολιτική που τους φορτώνει τα βάρη της οικονομικής κρίσης για την οποία δεν φέρουν την παραμικρή ευθύνη. Μακάρι να σφυρηλατούσαν την ενότητά τους, μια ενότητα που θα ατσάλωνε συνολικά την εργατική τάξη και όλους τους εργαζόμενους, για να αντιπαρατεθούν απέναντι στη δύναμη του κεφαλαίου και την κυβερνητική αναλγησία και να είχαν σαν παράδειγμα τον αγώνα των χαλυβουργών.
Είναι γνωστό. Το βάθεμα της οικονομικής κρίσης βαθαίνει, ταυτόχρονα, και τις κοινωνικές αλλά και τις πολιτικές αντιθέσεις. Δεν πρέπει να θεωρείται καθόλου βέβαιο ότι η όξυνση της οικονομικής κρίσης, η γενίκευση της εξαθλίωσης, η απότομη πτώση του βιοτικού επιπέδου ορισμένων κοινωνικών στρωμάτων και ομάδων, ακόμη και τμημάτων της εργατικής τάξης που καταστρέφονται θα οδηγήσουν αυτές τις μάζες σε προοδευτική κατεύθυνση, σε κοινωνικές ρήξεις και ανατροπές με προοδευτικό χαρακτήρα.
Αντίθετα. Είναι βέβαιο ότι, τουλάχιστον, ένα τμήμα αυτών των λαϊκών μαζών θα στραφεί σε συντηρητική, αν όχι και αντιδραστική, κατεύθυνση. Άλλωστε το φαινόμενο αυτό έχει παρατηρηθεί και ιστορικά. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, λόγω της απότομης καταστροφής, λόγω της κυριαρχίας της μικροαστικής ιδεολογίας και ψυχολογίας, ενεργοποιούνται συντηρητικά και αντιδραστικά αντανακλαστικά, τα οποία επιχειρούν να τα εκμεταλλευτούν οι συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις μέχρι και οι φασιστικές.
Σε ένα κλίμα, λοιπόν, γενικευμένης κοινωνικής, εργασιακής, πολιτικής και ψυχολογικής αστάθειας, η φασιστική Χρυσή Αυγή έκανε μια καλά υπολογισμένη κίνηση. Επισκέφτηκε το εργοστάσιο - προπύργιο του απεργιακού αγώνα των χαλυβουργών. Υποτίθεται για να εκφράσει την αλληλεγγύη της στον αγώνα τους. Για να τους εφοδιάσει με τρόφιμα. Για να δείξει ότι είναι, όσοι ακολουθούν την Χρυσή Αυγή, όπως και οι απεργοί χαλυβουργοί. Λαϊκοί άνθρωποι, απλοί εργαζόμενοι.
Είναι προφανές. Ότι η καλά υπολογισμένη κίνηση της Χρυσής Αυγής δεν στόχευε αποκλειστικά και μόνο τους χαλυβουργούς εργάτες. Στόχευε και αυτούς και τον αγώνα τους. Στόχευε και τις δυνάμεις που πρωταγωνιστούν στην απεργία των χαλυβουργών εργατών. Το ΠΑΜΕ και το ΚΚΕ. Αλλά η κίνηση αυτή είχε, πριν απ’ όλα, μια γενικότερη σημασία. Έπρεπε να τροφοδοτήσει τη συζήτηση περί των «άκρων». Έπρεπε να γίνει «χειροπιαστή» η πολιτική και η κοινωνική πόλωση, έτσι όπως επιδιώκει να εξελιχτεί το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα που κλυδωνίζεται και υπάρχει άμεση ανάγκη πολιτικής αναδιάταξης.
Και ένα λάθος έδωσε τη δυνατότητα να ανοίξει αυτή η συζήτηση για να διατυπωθεί το μήνυμα. Και τα βαρωνάτα της ενημέρωσης, που υποστηρίζουν αναφανδόν την οικονομική πολιτική της δοτής κυβέρνησης, έσπευσαν να το εκμεταλλευτούν. Και έστειλαν το μήνυμα που ήθελαν. «Ιδού τα άκρα συμπλέουν». Συμπέρασμα. «Αποδεχτείτε την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης που είναι αναγκαία, αποδεχτείτε τις θυσίες, γιατί ο κίνδυνος των άκρων είναι ορατός» Αυτό ήταν το δευτερογενές μήνυμα που έστειλαν μέσα από την εικόνα μιας ανύπαρχτης ταύτισης «των άκρων».
Σ’ αυτό το πλαίσιο θα μπορούσαμε να «χαιρετίσουμε» και να «δικαιολογήσουμε» το λάθος. Ως αφορμή για να μάθουν οι νεότεροι όσα γνωρίζουν ήδη οι παλιότεροι, όσα διδάσκει η ιστορία από ανάλογες περιπτώσεις. Για να αποδειχτεί η ιστορική φάρσα. Κι αυτό που γνωρίζουν οι παλιότεροι από την ιστορία είναι ότι πολιτικές δυνάμεις σαν την Χρυσή Αυγή αποτέλεσαν την πολιτική αιχμή των πιο αντιδραστικών, των πιο επιθετικών κύκλων του κεφαλαίου. Αυτών των κύκλων του κεφαλαίου που ευθύνονται για την άνοδο του φασισμού και του ναζισμού στην Ευρώπη, για το ξέσπασμα του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου, που στοίχισε δεκάδες εκατομμύρια νεκρούς. Και ότι τα βαρωνάτα της ενημέρωσης με τις αντίστοιχες πολιτικές δυνάμεις της συντήρησης και της σοσιαλδημοκρατίας έκαναν πλάτες και έστρωσαν το δρόμο στο φασισμό και στο ναζισμό. Και στον τόπο μας.
Αυτό που πρέπει να γνωρίζουν οι νεότεροι από τους παλιότερους και την ιστορία είναι ότι αυτοί που πολέμησαν το φασισμό και το ναζισμό, αυτοί που έχυσαν το αίμα τους και πότισαν τα ιερά χώματα των εξοριών και των στρατοπέδων συγκέντρωσης, αυτοί που στήθηκαν μπροστά στα εκτελεστικά αποσπάσματα, αυτοί που σήκωσαν το βάρος του αγώνα – σε αντίθεση με τους ριψάσπιδες, ήταν οι κομμουνιστές και όλοι οι προοδευτικοί άνθρωποι που υπερασπίστηκαν τα κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων και τις ελευθερίες τους.
Γνωρίζουμε, πια, πολύ καλά να διαβάζουμε τις εξελίξεις. Μέσα στο πλαίσιο της αντιδραστικής στροφής σε όλες τις γραμμές που παρουσιάζει ο σύγχρονος καπιταλισμός και μπροστά στην κατάρρευση των πολιτικών δυνάμεων του συστήματος μερικοί πιστεύουν ότι εάν προβάλλουν τον μπαμπούλα των «άκρων» θα κάνουν το λαό να αποδεχτεί αντιδραστικές μορφές διακυβέρνησης τύπου δοτής κυβέρνησης Παπαδήμου, αντιδραστικές οικονομικές πολιτικές που σπέρνουν τη φτώχεια και την εξαθλίωση, ότι οι πολιτικές δυνάμεις της ολιγαρχίας θα «πέσουν στα μαλακά».
Να, λοιπόν, που η καλά υπολογισμένη υπονομευτική και προβοκατόρικη κίνηση της Χρυσής Αυγής αποκάλυψε πάραυτα το στόχο της και υπενθύμισε τις μεθόδους και τις προβοκάτσιες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν και να στηθούν ανά πάσα στιγμή ενάντια στον αγώνα των εργαζομένων, όχι μόνο των χαλυβουργών, αλλά και σε κάθε τόπο δουλειάς, όπως είναι και το μετρό. Γεγονός που έρχεται επίσης να υπενθυμίσει πως οι εργαζόμενοι πρέπει να διαθέτουν ετοιμότητα και υψηλά αντανακλαστικά.
Διαβάστε περισσότερα...

Το ηθικό κύρος των κομμουνιστών


Για την τελευταία ημέρα του Φλεβάρη ο Ριζοσπάστης επιφύλαξε στους αναγνώστες του μια έκπληξη. Αφιέρωσε μιάμιση σελίδα του για να δημοσιεύσει ένα άρθρο του Δημήτρη Γόντικα, μέλους του Π.Γ. της ΚΕ του ΚΚΕ, που φέρει τον τίτλο «Το ηθικό κύρος των κομμουνιστών». Από τις πρώτες λέξεις του άρθρου καταλαβαίνουμε πως αφορμή για την συγγραφή του είναι τα 100 χρόνια του ΚΚΕ, που όμως δεν συμπληρώνονται φέτος αλλά μετά από… έξι χρόνια. Εντάξει, Χρόνια πολλά. Αλλά γιατί τόση βιασύνη; «Θα τιμηθεί ο μεγάλος αυτός σταθμός αντάξια», μας λέει ο Δ. Γόντικάς. Καμία αντίρρηση. «Θα προϋπαντήσουμε αυτήν την επέτειο μαχόμενοι, με υψηλή ετοιμότητα και θέληση να αντιμετωπίσουμε κάθε απρόοπτο..», συνεχίζει. Κανένα πρόβλημα. «Θα φωτίσουμε με τη δύναμη των ιδεών και τα διδάγματα της ιστορίας, τους υψηλούς σκοπούς των κομμουνιστών, την αναγκαιότητά τους, τη ρεαλιστικότατα τους και τους δρόμους κατάκτησής τους». Προσθέτει. Συ είπας. Αλλά δεν μπορούσε το ΚΚΕ να μας τα πει όλα αυτά τρία με τέσσερα χρόνια αργότερα; Τι θα άλλαζε;
Διαβάζοντας, όμως λίγες γραμμές παρακάτω ο αναγνώστης αρχίζει και αντιλαμβάνεται πως όλα αυτά τα ηρωικά και οι ανέξοδες υποσχέσεις έχουν άλλη στόχευση. Δεν αφορούν το μέλλον αλλά το παρόν. «Τιμώντας τη μεγαλειώδη αυτή πορεία των 100 χρόνων- γράφει ο Δ. Γόντικας- και ατενίζοντας με ιστορική αισιοδοξία το αύριο δεν μπορούμε να μην ξεχωρίσουμε και να μην εξάρουμε ένα μοναδικό και ιδιαίτερο γνώρισμα των κομμουνιστών και κομμουνιστριών, ανάμεσα στα τόσα πολλά, που χαρακτηρίζουν αυτή τη μεγάλη πορεία. Έχουμε χρέος να αναδείξουμε και να τιμήσουμε την ακλόνητη, αμετακίνητη, αλύγιστη και αφοσιωμένη στάση χιλιάδων και χιλιάδων μελών του Κόμματος ως το τέλος, που δεν έκαναν ούτε βήμα πίσω, που έφτασαν ως το τέλος της ζωής τους ‘‘ορθοστατώντας και ορθοβαδίζοντας’’. Που δεν υποχώρησαν μπροστά σε καμία δυσκολία του ταξικού αγώνα. Που δεν έχασαν τον προσανατολισμό τους, όταν γύρω τους κυριαρχούσε σκοτάδι. Που δε λύγισαν σε καμία δυσκολία και δεν ήταν λίγες. Που δεν άφησαν τις όποιες προσωπικές πικρίες να τους καταβάλουν και να θολώσουν τη σκέψη τους. Που διδάχτηκαν μέσα στη σκληρή ταξική πάλη να βάζουν, πάντα και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, πάνω από όλα το Κόμμα. Να δίνουν και τη ζωή τους».
Στη συνέχεια όλο το άρθρο είναι αφιερωμένο πάνω σ’ αυτό το μοτίβο. Απευθύνεται στα μέλη του ΚΚΕ ζητώντας τους αφοσίωση και αυταπάρνηση στο κόμμα, πράγμα καθόλου παράξενο, καθόλου περίεργο και καθόλου επιλήψιμο, αν οριζόταν έστω και με δυο φράσεις, αλλά με σαφήνεια, ποιο είναι αυτό το κόμμα στο οποίο πρέπει να είναι κανείς απόλυτα αφοσιωμένος. Απ’ όλη την ανάλυση του Δ. Γόντικα προκύπτει ότι το κόμμα που επικαλείται είναι κάτι το εντελώς απροσδιόριστο. Είναι απλώς το κόμμα. Κάτι το άυλο και το εντελώς μεταφυσικό. Επειδή όμως στην ανάλυσή του, απουσιάζει η οποιαδήποτε αναφορά στην ηγεσία και στις υποχρεώσεις που αυτή έχει προς το κόμμα (την κομματική βάση δηλαδή) ώστε να έχουμε χειροπιαστό μπροστά μας το όλον του κόμματος, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως ο συγγραφέας όταν λέει κόμμα εννοεί την ηγεσία στην οποία ανήκει και ο ίδιος. Κι όταν ζητεί αφοσίωση και αυταπάρνηση χάριν της ηγεσίας τη ζητεί. Αν όμως θέλει και επιθυμεί η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ - για λογαριασμό της- κάτι τέτοιο από τα μέλη του Κόμματος οφείλει να το διεκδικήσει και να το κατακτήσει με την δική της αξία κι όχι επικαλούμενη τις θυσίες και τους αγώνες, την αφοσίωση και την αυταπάρνηση των προηγούμενων γενεών των κομμουνιστών. Εκείνοι οι κομμουνιστές είχαν άλλη ηγεσία και σε άλλη ηγεσία αναφέρονταν. Πάλεψαν σε άλλες συνθήκες, με άλλες μεθόδους πάλης, με άλλα προγράμματα και αρχές, με άλλη νοοτροπία στην επαφής τους με τις μάζες, με άλλες εκτιμήσεις για την ελληνική πραγματικότητα και με άλλους στόχους, με όπλα, εφόδια και εσωκομματικές συνθήκες, που όλα αυτά σήμερα μάλλον αναγούλα φέρνουν στην τωρινή ηγεσία του ΚΚΕ
Σε κάθε περίπτωση, η ηγεσία του ΚΚΕ έχει καλύτερο δρόμο για να διαμορφώσει τους όρους και τις προϋποθέσεις μιας πραγματικά σιδερένιας, επαναστατικής και κυρίως αποτελεσματικής πειθαρχίας στο εσωτερικό του Κόμματος. Αντί να επιδιώκει να ταξιδέψει με χθεσινό εισιτήριο, αντί να επικαλείται το ηρωικό παρελθόν για να σκεπάσει το μίζερο παρόν, μπορεί να ρίξει μια ματιά στον Λένιν για να μάθει πως διαμορφώνεται αυτή η πειθαρχία. Γράφει Ο Λένιν:
«Ο μπολσεβικισμός υπάρχει σαν ρεύμα πολιτικής σκέψης και σαν πολιτικό κόμμα από το 1903. Μόνο η ιστορία του μπολσεβικισμού σε όλη την περίοδο της ύπαρξής του μπορεί να εξηγήσει ικανοποιητικά, γιατί αυτός μπόρεσε να σφυρηλατήσει και να διατηρήσει μέσα στις πιο δύσκολες συνθήκες τη σιδερένια πειθαρχία που είναι απαραίτητη για τη νίκη του προλεταριάτου.
Και πριν απ’ όλα γεννιέται το ερώτημα: πώς κρατιέται η πειθαρχία του επαναστατικού κόμματος του προλεταριάτου; Πώς ελέγχεται; Πώς δυναμώνει; Πρώτο, με τη συνειδητότητα της προλεταριακής πρωτοπορίας και την αφοσίωσή της στην επανάσταση, την αντοχή της, την αυτοθυσία της, τον ηρωισμό της. Δεύτερο, με την ικανότητά της να συνδέεται, να πλησιάζει, και ως ένα ορισμένο βαθμό, αν θέλετε, να συγχωνεύεται με την πιο πλατιά μάζα των εργαζομένων, πρώτα-πρώτα με την προλεταριακή, μα ακόμη και με τη μη προλεταριακή εργαζόμενη μάζα. Τρίτο, με την ορθότητα της πολιτικής καθοδήγησης, που την πραγματοποιεί αυτή η πρωτοπορία, με την ορθότητα της πολιτικής στρατηγικής και τακτικής της, με τον όρο ότι οι πιο πλατιές μάζες θα πείθονται από την ίδια τους την πείρα γι’ αυτή την ορθότητα. Χωρίς αυτούς τους όρους είναι απραγματοποίητη η πειθαρχία μέσα σ’ ένα επαναστατικό κόμμα, πραγματικά ικανό να είναι το κόμμα της πρωτοπόρας τάξης, που έχει καθήκον να ανατρέψει την αστική τάξη και να μετασχηματίσει όλη την κοινωνία. Χωρίς αυτούς τους όρους κάθε απόπειρα να δημιουργηθεί πειθαρχία μετατρέπεται αναπόφευκτα σε σαπουνόφουσκα, σε λογοκοπία, σε πιθηκισμούς. Από το άλλο μέρος, οι όροι αυτοί δεν μπορούν να παρουσιαστούν αμέσως. Τους διαμορφώνει μόνο μια μακρόχρονη δουλειά, μια δύσκολη πείρα• η επεξεργασία τους διευκολύνεται με τη σωστή επαναστατική θεωρία, που με τη σειρά της δεν είναι δόγμα, αλλά διαμορφώνεται τελικά μόνο σε στενή σύνδεση με την πρακτική δράση ενός πραγματικά μαζικού και πραγματικά επαναστατικού κινήματος» (Άπαντα, τόμος 41, σελ. 6- 7).

Αν, επομένως, υπάρχει λόγος να μιλάμε για το ηθικό κύρος των κομμουνιστών αυτό δεν μπορεί να αναζητείται σε μια θρησκευτικού χαρακτήρα προσέγγιση του ηρωικού παρελθόντος. Ενός παρελθόντος το οποίο εντέλει θα αξιοποιείται ως κολυμβρύθρα του Σιλωάμ για να καθαγιάζεται η εκάστοτε κομματική ηγεσία με το αξίωμα πως αφού ηγείται του ενός ηρωικού κόμματος είναι αντάξια του ηρωισμού του. Για τη σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ καλό θα ήταν να κοιτάξει με προσοχή στα παραπάνω λόγια του Λένιν. Να αναρωτηθεί αν κάπου μέσα σ’ αυτά βλέπει τον δικό της εαυτό. Αν τηρεί κάτι απ’ όλα αυτά. Διότι αν τα τηρεί, δεν έχει λόγους να ψάχνει για το ηθικό κύρος των κομμουνιστών. Και το δικό της μαζί.

Αλέξης Θεοδώρου
Διαβάστε περισσότερα...

Για την Ανακοίνωση του ΠΓ του ΚΚΕ (V)


(τελευταίο)
Aπό το 2007 που ξέσπασε η παγκόσμια καπιταλιστική οικονομική κρίση, πρώτα στις ΗΠΑ και στη συνέχεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και πιο συγκεκριμένα, από το 2008 που γίνεται παραδεχτή από την παγκόσμια οικονομική ελίτ και μετά, τα δυο βασικά ζητήματα που έχουν προκύψει για το ΚΚΕ, ως δρώσας επαναστατικής πολιτικής δύναμης είναι: Η στάση του Κόμματος απέναντι στην οικονομική κρίση και στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Και στα δύο αυτά ζητήματα, τα οποία είναι και τα σημαντικότερα στη νεότερη ιστορία του αλλά και της χώρας μας, η ηγεσία του Κόμματος απαντάει με τη θέση ότι η έξοδος από την κρίση και η έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα πραγματοποιηθεί με σοσιαλιστική επανάσταση. Αυτή η θέση καθορίζει τις κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες στη δράση του Κόμματος.
Ας αποσαφηνίσουμε τα πράγματα. Η διαφωνία με αυτήν τη θέση δεν βρίσκεται στο ότι η έξοδος από την οικονομική κρίση και την Ευρωπαϊκή Ένωση αποκλείεται να πραγματοποιηθεί και με σοσιαλιστική επανάσταση. Η διαφωνία βρίσκεται στο ότι η έξοδος από την οικονομική κρίση και από την Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να πραγματοποιηθεί αποκλειστικά και μόνο με σοσιαλιστική επανάσταση. Η θέση του Κόμματος για τη Λαϊκή Εξουσία, δηλαδή της δικτατορίας του προλεταριάτου, και την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων (ή των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, όπως αλλιώς λέγεται), που αναπτύσσεται ως πρόταση άμεσης διεξόδου, δεν αφήνει κανένα περιθώριο για την όποια διαφορετική τακτική στην προσέγγιση του σοσιαλισμού.
Και για να μην υπάρχει έστω και η παραμικρή περίπτωση ασάφειας επί του συγκεκριμένου ζητήματος παραθέτουμε το παρακάτω απόσπασμα από τον “P” της Κυριακής 26.02.2012, από άρθρο παρουσίασης της πρόσφατης απόφασης του ΠΓ: «Το μήνυμα που πρέπει να περάσει είναι ότι μπορούμε να τους εμποδίσουμε, μπορούμε να τους σαρώσουμε. Είναι υπερώριμη η δυνατότητα ικανοποίησης των εργατικών και λαϊκών αναγκών που προϋποθέτει κοινωνικοποίηση όλων των μονοπωλίων, του φυσικού και ορυκτού πλούτου της χώρας, αποδέσμευση από την ΕΕ, μονομερή διαγραφή του χρέους και αποχώρηση από τη διεθνή αγορά κεφαλαίου με εργατική λαϊκή εξουσία. Αυτό, όμως, είναι ζήτημα ταξικής πάλης για την εξουσία».
Ακριβώς αυτή η θέση, έτσι όπως τίθεται, δυσκολεύει και τα πράγματα. Η επείγουσα ζωτική ανάγκη για έξοδο από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία, η ζωτική ανάγκη για έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να οδηγήσει και στην κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας εκ μέρους της εργατικής τάξης και των κοινωνικών της συμμάχων, γεγονός που σημαίνει ότι αυτή η εξουσία δεν θα είναι της αστικής τάξης αλλά δεν θα είναι ούτε η δικτατορία του προλεταριάτου αλλά οπωσδήποτε, όμως, θα είναι εργατική εξουσία.
Το έργο αυτής της νέας πολιτικής εξουσίας της εργατικής τάξης και των συμμάχων της θα είναι να υλοποιήσει και τα συγκεκριμένα αστικοδημοκρατικά αιτήματα και καθήκοντα, να δρομολογήσει τη δημιουργία εκείνων των απαραίτητων υλικών συνθηκών, που αποτελούν και αναντικατάστατες προϋποθέσεις και για το πέρασμα στο σοσιαλισμό.
Η πορεία αυτή διευκολύνει τη σοσιαλιστική επανάσταση, την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας εκ μέρους της εργατικής τάξης. Διευκολύνει τη συγκέντρωση των αναγκαίων δυνάμεων, τη συσπείρωση και τη σφυρηλάτηση της ενότητάς τους, την ανάπτυξη των κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών. Δίνει τη δυνατότητα να πάρει στα χέρια της η εργατική τάξη και οι κοινωνικοί της σύμμαχοι την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, την αναπτυξιακή της πορεία προς όφελος των εργαζομένων.
Με την έννοια αυτή η ταξική πάλη «συγκεκριμενοποιείται». Δεν είναι μια γενικόλογη, αφηρημένη έως ηθικολογική αναφορά «στο δίκιο του εργάτη», στην ανάγκη για την κατάκτηση της εξουσίας. Και η ιδεολογική και πολιτική πάλη δεν γίνεται γενικά για την ανάγκη της σοσιαλιστικής επανάστασης. Η ταξική πάλη, και στο επίπεδο της πολιτικής και ιδεολογικής παρέμβασης, διεξάγεται μέσα από την ανάπτυξη της δράσης της εργατικής τάξης και των κοινωνικών της συμμάχων, μέσα από την ανάπτυξη των κοινών τους αγώνων, με συγκεκριμένους στόχους, για την ωρίμανση της ταξικής και πολιτικής συνείδησης των μαζών, για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας, για το σοσιαλισμό.
Ας δούμε πιο συγκεκριμένα τι σημαίνει γενικόλογη αναφορά στην ταξική πάλη. Θα μας βοηθήσει και πάλι το ίδιο άρθρο του “P”: «Ήδη εκ των πραγμάτων η κλιμάκωση της ταξικής πάλης από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της πρέπει άμεσα να οργανωθεί. Ο λαός πρέπει να αναλάβει την ευθύνη που του αναλογεί, να απορρίψει τους ωμούς εκβιασμούς και τα ιδεολογήματα των κομμάτων της κυβέρνησης και της ΕΕ. Έχει μοναδικό όπλο του την πάλη ενάντια στους καπιταλιστές και στις συμφωνίες τους, στην ΕΕ, στο ΔΝΤ και τη διεθνή αγορά κεφαλαίου. Άμεσος στόχος και επιδίωξη, να μπουν εμπόδια στην εφαρμογή των μέτρων που γενικεύουν την εξαθλίωση της εργατικής, της λαϊκής οικογένειας».
Μα εάν ο λαός είχε φτάσει στο σημείο να θεωρεί ως μοναδικό του όπλο την πάλη του ενάντια στους καπιταλιστές και στις συμφωνίες τους, στην ΕΕ, στο ΔΝΤ και τη διεθνή αγορά του κεφαλαίου, τότε δεν θα περίμενε το Κόμμα να του πει ότι πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του αλλά θα τις είχε αναλάβει, δεν θα τον καλούσε το ΚΚΕ να έβαζε απλώς εμπόδια, θα είχε πραγματοποιήσει την επανάστασή του και θα δεν θα είχε και ανάγκη την καθοδήγηση του Κόμματος, γιατί κάποιος άλλος θα είχε κάνει ό,τι δεν κάνει η ηγεσία του Κόμματος.
Διαβάστε περισσότερα...

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Για την Ανακοίνωση του ΠΓ του ΚΚΕ (ΙV)


(συνέχεια)
Εκεί που τα πράγματα γίνονται πολύ δύσκολα ως προς τις εκτιμήσεις που κάνει το ΠΓ του Κόμματος είναι για την οικονομική κρίση στη χώρα μας και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στη σχέση της κρίσης με το δημόσιο χρέος. Το πώς πρέπει να τοποθετηθεί ένα επαναστατικό κόμμα απέναντι στην κρίση και μάλιστα όταν αυτή είναι παγκόσμια. Στη σκέψη της ηγεσίας του Κόμματος επικρατούσε πάντα μια σύγχυση γύρω από τα θέματα της κρίσης, που δεν της επέτρεπε να πάρει έγκαιρα θέση, και σωστή θέση, στα ζητήματα της κρίσης. Για αυτό το λόγο θα ξεπεράσουμε συνειδητά  ανεπάρκειες που χρονολογούνται από το 2007 και θα σταθούμε μόνο στο παρόν κείμενο του ΠΓ.
Στην Ανακοίνωση το ΠΓ κάνει λόγο για «την απειλή εκδήλωσης νέας κρίσης στην ΕΕ». Η Ανακοίνωση φέρει ημερομηνία 22.02.2012 και δημοσιεύτηκε στο “P” στις 23.02.2012. Δυο ημέρες αργότερα (25.02.2012) στο κεντρικό σχόλιο του “P” «Η άποψή μας», που εκφράζει την άποψη της εφημερίδας, άρα, κατά προέκταση λόγω του χαρακτήρα της εφημερίδας και του Κόμματος, διαβάζουμε το παρακάτω απόσπασμα: «Στον ένα ή στον άλλο βαθμό η καπιταλιστική κρίση θεριεύει». Και μάλιστα συνοδεύεται με μια εκτίμηση ότι: «Ο κύκλος της καπιταλιστικής κρίσης εκδηλώνεται συγχρονισμένα και στα κράτη του λεγόμενου σκληρού πυρήνα της ευρωζώνης, διαμορφώνει τη δυναμική, τους αναγκαίους όρους για τη διάλυση και όλων των προηγούμενων συμφωνιών τους, …».
Είναι φανερό πως πρόκειται για δυο διαφορετικές εκτιμήσεις. Όταν βρισκόμαστε μπροστά σε «απειλή κρίσης» σημαίνει ότι δεν βρισκόμαστε σε κρίση ή τουλάχιστον βρισκόμαστε μπροστά στα πρώτα σημάδια της κρίσης. Και επειδή υπήρξε κρίση στην Ευρωπαϊκή Ένωση σημαίνει ότι την είχε ξεπεράσει και τώρα βρίσκεται μπροστά σε μια «νέα κρίση». Τι από τα δυο συμβαίνει; Ή η Ευρωπαϊκή Ένωση απειλείται με μια νέα κρίση ή αυτή βρίσκεται σε κρίση και παραπέρα «θεριεύει».
Η γνώμη μας είναι ότι ανεξάρτητα από τις όποιες ιδιαίτερες πλευρές μπορεί να παρατηρήσει κανείς και να σχολιάσει στην εκδήλωση της κρίσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και τέτοιες υπάρχουν, η κρίση που έχει ξεσπάσει στο έδαφός της δεν έχει ξεπεραστεί ακόμη, εξακολουθεί να υπάρχει και ότι τα νέα υφεσιακά φαινόμενα στα οποία στέκονται τα αστικά ΜΜΕ και αφορούν και το σκληρό πυρήνα της Ευρωζώνης είναι στο πλαίσιο της κρίσης.
Στην Ανακοίνωση, επίσης υπάρχει η θέση ότι: «Το ΚΚΕ δεν υποστηρίζει ότι αυτός ο κύκλος της οικονομικής κρίσης θα είναι και ο τελευταίος για την καπιταλιστική Ελλάδα» η οποία συνοδεύεται από την εκτίμηση ότι: «Το βέβαιο είναι ότι η όποια ανάκαμψη θα είναι αναιμική». Ανεξάρτητα αν συμφωνεί ή όχι κανείς με αυτές τις τοποθετήσεις το εντυπωσιακό σε αυτές είναι ότι πριν καν κλείσει ο κύκλος της κρίσης, πριν καν εμφανιστεί έστω και η αναιμική ανάκαμψη η ηγεσία του Κόμματος έχει ήδη «αναχωρήσει» από τον τωρινό κύκλο της κρίσης και έχει πάει στον επόμενο. Και το ερώτημα είναι γιατί;
Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, μετά από τέσσερα χρόνια κρίσης, μπορεί να δοθεί με σαφήνεια. Η ηγεσία του Κόμματος ασχολείται με γενικό και σχηματικό τρόπο με την οικονομική καπιταλιστική κρίση. Και κύρια απευθύνεται στο επίπεδο διαμόρφωσης της κοινωνικής συνείδησης από τα πάνω – με καταγγελτικό και ηθικολογικό τρόπο, και όχι της συγκεκριμένης αντιμετώπισης της κρίσης, αυτής της συγκεκριμένης κρίσης, της στάσης της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων απέναντι σ’ αυτήν, της ανάπτυξης της δράσης τους, τη σφυρηλάτηση της ενότητάς τους, των συμμαχιών που μπορούν να προκύψουν. Γι αυτό και οι τοποθετήσεις γύρω από την κρίση είναι αποσπασματικές, γενικόλογες, αντιφατικές και σύρονται πίσω από την επικαιρότητα των αστικών αναλύσεων χωρίς επεξεργασία.
Το αποτέλεσμα αυτής της στάσης είναι να αντιμετωπίζονται τα χαρακτηριστικά της κρίσης με γενικόλογο τρόπο. «Την κρίση να μην την πληρώσει ο λαός». Η θέση αυτή όταν πρέπει να συγκεκριμενοποιηθεί, π.χ. τα χαράτσια, παραμένει γενικόλογη και κύρια απευθύνεται στη συνείδηση των λαϊκών μαζών. Δεν υπάρχει η συστηματική οργάνωση στο να μην πληρωθούν ή όπου υπάρχει δεν έχει συνέχεια, δεν έχει στόχο. Το ίδιο συμβαίνει και σε ότι αφορά το δημόσιο χρέος, που γίνεται και θεωρητική προσπάθεια να καταδειχτεί ότι δεν υπάρχει κρίση χρέους, ενώ και υπάρχει ως αιχμή της καπιταλιστικής κρίσης (και όχι αποκλειστική έκφραση της κρίσης) και απειλεί τη χώρα με χρεοκοπία. Σε τελική ανάλυση το ίδιο συμβαίνει και με τη χρεοκοπία
Αυτό που εναπόκειται πλέον να κάνει η ηγεσία του Κόμματος, μετά από μια τέτοια στάση απέναντι στην κρίση, είναι η φυγή προς τα μπροστά. Να εγκλωβίζεται στη γενική θέση περί εξόδου από την οικονομική κρίση με σοσιαλιστική επανάσταση και ταυτόχρονα να τη συγχέει με τη σωστή θέση ότι η έξοδος από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία πρέπει να οδηγήσει στο σοσιαλισμό. Κι αυτή τη θέση να την επεκτείνει σε κάθε μέτρο ακόμη και ενδιάμεσο, όπως είναι η έξοδος από το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και όχι μόνο αυτό. Να φτάνει να θεωρεί κάθε ενδιάμεσο αλλά χρήσιμο - ακόμη και αναγκαίο, μέτρο ως καταστρεπτικό και ρεφορμιστικό.
Γι αυτό και η ηγεσία του Κόμματος, στην πραγματικότητα, κρατάει στάση αναμονής απέναντι στην κρίση. Μεταπηδά από την παρούσα κρίση και βολικά – βολικά πηγαίνει στην επόμενη. Δεν έχει στο κέντρο της προσοχής της πως αυτήν την οικονομική κρίση θα τη μετατρέψει (ή σωστότερα θα προσπαθήσει να τη μετατρέψει) σε επαναστατική κρίση. Και με αυτό ακριβώς το κριτήριο να αναλύσει τη συγκεκριμένη πραγματικότητα και να καθορίσει και τα ιστορικά αντίστοιχα καθήκοντα. Δικαιολογείται έτσι και η στάση της απέναντι στον ελληνικό λαό. Σταθερά και αδιάλειπτα τον καλεί να αναλάβει τις ευθύνες του! Αλλά για ποιο πράγμα;
Διαβάστε περισσότερα...

Πώς, με "επιστημονικό" τρόπο διορθώνεται ο Λένιν


Το ζήτημα της οικονομικής και πολιτικής εξάρτησης της Ελλάδαςκαι το περιεχόμενο που δίνεται στην έννοια του ιμπεριαλισμού, αποτελούν κομβικάζητήματα για την τακτική και τη στρατηγική των κομμάτων της αριστεράς. Κάποια κόμματα και ρεύματα σκέψης υποστήριξαν και υποστηρίζουν πως ο όρος  της εξάρτησης δεν ανταποκρίνεται σε μια γνήσια μαρξιστική έννοια, αλλά σε ένα κίβδηλο λενινισμό, ενώ άλλα υποστήριξαν και υποστηρίζουν το αντίθετο. Οι της πρώτης σχολής είχαν τη συγκεκριμένη άποψη γιατί αμφισβήτησαν ευθέως ή πλαγίως τη λενινιστική, περί ιμπεριαλισμού, άποψη.

Στην Ελλάδα ο φορέας που με συνέπεια πρεσβεύει αυτή την πρώτη άποψη και που με λυσσώδη τρόπο απαντά στη δεύτερη, είναι το περιοδικό «Θέσεις» και ο Γ. Μηλιός (μέλος της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ και υπεύθυνος οικονομικής πολιτικής του Συνασπισμού). Το περιοδικό ξεκίνησε την πολεμική του απέναντι στο ζήτημα της εξάρτησης, το 1983 και φτάνει μέχρι και τις ημέρες μας.  Ίσως, μάλιστα, η συγκεκριμένη θεματική να κέρδισε τη μεγαλύτερη έκταση από κάθε άλλη. Το πλήθος των άρθρων, η πληθώρα των συγγραφέων, η εμμονή για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, δείχνουν την ιδιαίτερη προτίμηση των «Θέσεων» και το πόσο κομβικό θεωρήθηκε και θεωρείται το ζήτημα της εξάρτησης από μια πολιτική ομάδα που είναι φορέας ευρωκομμουνιστικών και νεοτροτσκιστικών αντιλήψεων.
Ενταγμένο στη λογική των «Θέσεων» είναι και το βιβλίο των Μηλιού-Σωτηρόπουλου (εφεξής Μ&Σ), με τίτλο «Ιμπεριαλισμός, χρηματοπιστωτικές αγορές, κρίση» που κυκλοφόρησε εντός του 2011. Στο παρόν κείμενο θα επιχειρήσουμε να ασκήσουμε κριτική στα σημαντικότερα, κατά τη γνώμη μας, σημεία του εν λόγω βιβλίου.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου τους οι Μ&Σ καταγράφουν τις απόψεις θεωρητικών του περασμένου αιώνα σχετικά με την έννοια του ιμπεριαλισμού.  Ανάμεσα στα πολλά που αναφέρει το βιβλίο, γίνεται η εξής διαπίστωση: ενώ ο Λένιν-πάντα κατά τους συγγραφείς- υιοθέτησε την οπτική του Χόμπσον περί σαπίσματος του καπιταλισμού στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο, στη συνέχεια ο Λένιν αυτοαναιρείται, αφού δεν αποκλείει την ταχεία ανάπτυξη του καπιταλισμού.[1]
Είναι πράγματι έτσι; Ο Λένιν πέφτει σε μια λογική αντίφαση; Ο Λένιν δεν πέφτει σε λογική αντίφαση, αλλά περιγράφει μια αντιφατική διαδικασία. Ούτε στην κοινωνία, ούτε στη φύση τα πράγματα εξελίσσονται ομαλά κι ευθύγραμμα, αλλά μέσα  από αλληλοαναιρούμενες αντιφατικές διαδικασίες. Το σάπισμα του καπιταλισμού χρησιμοποιείται με την έννοια του εκούσιου φρεναρίσματος των παραγωγικών δυνάμεων από την πλευρά του κεφαλαίου (φρενάρισμα δε σημαίνει ούτε στασιμότητα, ούτε πισωγύρισμα), με την έννοια δημιουργίας της εργατικής αριστοκρατίας, αλλά και με την έννοια της-σε τελική ανάλυση- καταστροφής της κύριας παραγωγικής δύναμης, της εργατικής τάξης (πόλεμοι, ανεργία, εργατικές ασθένειες, εργατικά ατυχήματα, ψυχική φθορά της εργατικής τάξης).
Για να κάνει κατανοητό αυτό το σάπισμα ο Λένιν παραθέτει ένα διαφωτιστικό παράδειγμα: «…στην Αμερική κάποιος Όουενς εφηύρε μια μηχανή για μπουκάλια, που φέρνει επανάσταση στην κατασκευή των μπουκαλιών. Το γερμανικό καρτέλ των εργοστασιαρχών μπουκαλιών αγοράζει τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας του Όουενς, τα βάζει στο χρονοντούλαπο και εμποδίζει τη χρησιμοποίησή τους».[2]
Ο σύγχρονος καπιταλισμός βρίθει τέτοιων παραδειγμάτων που αποδεικνύουν τα παρατεταμένο σάπισμά του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η καθυστέρηση παραγωγής ηλεκτροκίνητων οχημάτων εξαιτίας των τεράστιων συμφερόντων γύρω από το πετρέλαιο. Άλλο παράδειγμα έχει να κάνει με την παραγωγή προϊόντων νέας τεχνολογίας. Ενώ υπάρχουν στα συρτάρια των μονοπωλίων πατέντες που θα μπορούσαν να βελτιώσουν θεαματικά ένα προϊόν, συνειδητά επιλέγεται κάθε νέα γενιά προϊόντος να εμπεριέχει μόνο ένα μέρος των καινοτομιών. Αυτό διευκολύνει την κύκληση του κεφαλαίου με εντατικότερους ρυθμούς από ότι αν η όποια καινοτομία εφαρμοζόταν εξ’ αρχής ολοκληρωτικά. Με τον τρόπο που τα μονοπώλια εισάγουν  τις καινοτομίες (διαδοχικά),  ο αγοραστής μπαίνει στον πειρασμό σε μικρά χρονικά διαστήματα να ανανεώνει το προϊόν που έχει αγοράσει (π.χ. ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές, τηλεοράσεις υψηλής ευκρίνειας, προσωπικοί υπολογιστές, αυτοκίνητα κ.α.). Αν υπήρχε ο σχετικός ορθολογισμός (κάτι που βεβαίως θα αναιρούσε τη φύση του κεφαλαίου) τότε και το εργατικό εισόδημα θα προστατευόταν αλλά και το περιβάλλον.
            Ο  Λένιν κάνει, επιπλέον, μια σοβαρότατη παρατήρηση για ένα φαινόμενο, που παρατηρείται με ένταση στον ιμπεριαλισμό και που ταυτόχρονα αποτελεί και σημάδι σήψης του. Αναφερόμαστε στην εργατική αριστοκρατία που δημιουργήθηκε στα ισχυρά ιμπεριαλιστικά κράτη. Η παρατήρηση, όπως παραδέχεται και ο ίδιος ανήκει στον Ένγκελς ο οποίος γράφοντας ένα γράμμα στο Μαρξ αναφέρει την τάση του αγγλικού προλεταριάτου να αστοποιείται, κάτι που κατά τον  Ένγκελς ήταν ως ένα βαθμό φυσικό αφού επρόκειτο για «ένα έθνος που εκμεταλλευόταν όλο τον κόσμο».[3]
            Ποιο είναι το πολιτικό διακύβευμα αν αρνηθεί κάποιος τη σήψη του καπιταλισμού; Το θέλει ή όχι ωραιοποιεί τον καπιταλισμό αφού μπαίνει σε μια συλλογιστική αδιάκοπης ανάπτυξής του, χωρίς να βλέπει την άλλη πλευρά του ζητήματος. Επομένως αυτό επηρεάζει και μπορεί να επηρεάσει την πολιτική του πρόταση, όπως θα δούμε προς το τέλος του κειμένου.
*  *  *  *
Όταν οι Μ&Σ αποφασίζουν να παρουσιάσουν και να κριτικάρουν τις μεταπολεμικές θεωρίες για τον ιμπεριαλισμό, κάνουν μια λαθροχειρία που πολλάκις είχαν επαναλάβει στο παρελθόν στις «Θέσεις»: ομογενοποιούν όλες εκείνες τις θεωρήσεις που μίλησαν και μιλούν για το ζήτημα της εξάρτησης. Έτσι, κατά τη γνώμη τους οι ΣαμίρΑμίν, ΠολΣουήζυ και ΠολΜπάραν, ο Αργύρης Εμμανουήλ, αλλά και σοβιετικές μελέτες μπαίνουν όλα σε ένα κοινό παρονομαστή με την ονομασία «μητρόπολη-περιφέρεια». Ασφαλώς, η κατηγοριοποίηση διάφορων διανοητών θα απαιτούσε πολύ μεγάλη έκταση. Θα σταθούμε μόνο στο ζήτημα των σοβιετικών μελετών που παρά τη φαινομενική ομοιότητά τους, δεν ταυτίζονται με το ρεύμα «μητρόπολης-περιφέρειας». Συγκεκριμένα, το ρεύμα μητρόπολης-περιφέρειας α) χρησιμοποιούσε τον όρο οικονομικό πλεόνασμα αντί του ορθού υπεραξία και με διαφορετικό περιεχόμενο από αυτό της υπεραξίας, β) δεν αποδεχόταν την πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους, γ) αντικατέστησε το νόμο της αξίας με μια τροποποιημένη εκδοχή του, δ) στη σχέση εθνικού-ταξικού ο πρώτος πόλος υπερίσχυε του δεύτερου, ε) υποβάθμιζε τους αγώνες της εργατικής τάξης των αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών, στ) χρησιμοποιούσε το μαρξισμό μόνο ως αναλυτικόεργαλείο και όχι ως θεωρία μετασχηματισμού του κόσμου. Ωστόσο, οι συγγραφείς υπονοούν (στις «Θέσεις» το λένε ευθέως) ότι όλος αυτός ο εκλεκτικισμός διέκρινε και τη σοβιετική οπτική.[4] Πού στα αλήθεια οι σοβιετικές μελέτες (παρά τις κριτικές παρατηρήσεις που μπορεί κάποιος να έχει για αυτές) παραχαράζουν το μαρξισμό, μιλώντας για οικονομικό πλεόνασμα κι όχι για υπεραξία, αλλοιώνοντας το νόμο της αξίας, υποστηρίζοντας ότι το μέσο ποσοστό κέρδους δεν έχει καθοδική τάση, ότι το ταξικό πρέπει να υποτάσσεται στο εθνικό και τόσα άλλα;
            Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου οι M&Σ πραγματεύονται την έννοια του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου και ασκούν κριτική σε όσους χρησιμοποιούν αντί αυτής, την έννοια «μονοπώλιο» για να ερμηνεύσουν τη σημερινή κίνηση του καπιταλισμού. Υποστηρίζουν ότι η ανάλυση με βάση το μονοπώλιο δεν αντιστοιχεί σε ένα γνήσιο μαρξισμό, ξεχνώντας βέβαια να μας πουν πως το μονοπώλιο δεν είναι ακόμη κυρίαρχο στην εποχή του Μαρξ και ότι η ανάλυση που κάνει ο Μαρξ στο κορυφαίο του έργο το «Κεφάλαιο», είναι μια ανάλυση που μεθοδολογικά βασίζεται στις αφαιρέσεις. Στην ουσία, οι Μ&Σ, εξοβελίζουν την έννοια του ιμπεριαλισμού όπως την έδωσε ο Λένιν, δηλαδή ως μονοπωλιακό καπιταλισμό.
Κατόπιν όλων αυτών δεν πρέπει να μας εντυπωσιάζει το γεγονός ότι οι συγγραφείς καταλήγουν στα εξής συμπεράσματα:
α) Με την αποαποικιοποίηση αναδύθηκαν νέα καπιταλιστικά κράτη αλλά και νέα οικονομικοπολιτική κατάσταση που αποτέλεσε μια σημαντική τομή στη ιστορία του «παγκόσμιου καπιταλισμού». Ο οικονομικός, πολιτικός και ιδεολογικός επεκτατισμός δεν ασκείται, πλέον, μόνο από τις πρώην αποικιοκρατικές δυνάμεις.[5]
β) Η αντίληψη (του Λένιν) για εμφάνιση ενός νέου σταδίου στον καπιταλισμό, δηλαδή ο ιμπεριαλισμός, είναι λανθασμένη: «…ο ιμπεριαλισμός αποτέλεσε εξαρχής βασικό χαρακτηριστικό των καπιταλιστικών κοινωνικών σχηματισμών και όχι προϊόν ενός ορισμένου ιστορικού του σταδίου», (η υπογράμμιση στο πρωτότυπο).[6]
γ) Για τη στήριξη της προηγούμενης θέση οι Μ&Σ προσθέτουν: «Οι μάχες  για την επέκταση των συνόρων, οι συγκρούσεις για την εξασφάλιση διεθνών αγορών κατά τη μερκαντιλιστική εποχή, η αποικιοκρατία, οι παγκόσμιοι πόλεμοι, οι περιφερειακές πολεμικές συγκρούσεις, οι περίοδοι ιμπεριαλιστικής έντασης και ηρεμίας, η περίοδος του Ψυχρού Πολέμου δεν αποτελούν παρά συγκεκριμένες ιστορικές μορφές που λαμβάνουν οι σχέσεις ανάμεσα στους κρίκους της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας, δηλαδή της αντιφατικής και ανισοβαρούς συνάρθρωσης  διαφορετικών κοινωνικών σχηματισμών στο διεθνές επίπεδο».[7]
δ) Η υλική προϋπόθεση που σηματοδοτεί την έναρξη του ιμπεριαλισμού βρίσκεται στην υπεραξία. Οι Μ&Σ ονομάζουν περίοδο της κυριαρχίας της παραγωγής της απόλυτης υπεραξίας στους αναπτυγμένους καπιταλιστικούς σχηματισμούς, την περίοδο του μερκαντιλισμού και του εμπορικού. Καπιταλισμό της σχετικής υπεραξίας, ονομάζουν εκείνο το στάδιο που έγινε αντιληπτό και ονομάστηκε από τη σχετική βιβλιογραφία  ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού.[8] Πάντα κατά τους Μ&Σ «το λάθος των κλασικών (αλλά και των περισσότερων σύγχρονων) θεωριών για τον ιμπεριαλισμό συνίσταται κυρίως στο ότι ερμηνεύουν την ιστορική  αυτή διαδικασία μετασχηματισμού όχι ως αποτέλεσμα της πάλης των τάξεων, αλλά ως συνέπεια του σχηματισμού και της κυριαρχίας των μονοπωλίων […]».[9]
Την ανάλυση των Μ&Σ για το ρόλο του μονοπωλίου, θα την ζήλευαν ακόμη και τα ίδια τα μονοπώλια και οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, αφού πρόκειται για τον πιο επιστημονικοφανή και μαρξιστικοφανή τρόπο προκειμένου να συγκαλυφθεί ο πολιτικός και οικονομικός τους ρόλος. Πρόκειται για μια χυδαία απολογητική υπέρ τους. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.
            Αυτό που διαμορφώνει καθοριστικά το κόστος της παραγωγής είναι η μονοπώληση της παραγωγής και της αγοράς. Στον προμονοπωλιακό καπιταλισμό το κοινωνικά αναγκαίο ύψος του κόστους παραγωγής του εμπορεύματος διαμορφώθηκε  ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης και της πάλης του συνόλου των κεφαλαίων που έπαιρναν μέρος στην παραγωγή ενός δοσμένου εμπορεύματος. Όμως, στον ιμπεριαλισμό αυτό που έχει καθοριστική σημασία στη διαμόρφωση του κόστους παραγωγής σε κάποιο κλάδο, είναι η ομάδα των μονοπωλίων που κυριαρχούν. Στους υπόλοιπους καπιταλιστές αυτό το κόστος επιβάλλεται αναγκαστικά. Οι ιδιαίτεροι παράγοντες που διαμορφώνουν το μονοπωλιακό κόστος παραγωγής είναι το τρέχον κόστος παραγωγής του επενδυμένου κεφαλαίου στις επιστημονικές έρευνες, την αξία του υποαπασχολούμενου παραγωγικού μηχανισμού (μονάδες που δε χρησιμοποιούνται) κ.α.[10]
            Τα παραπάνω σημαίνουν ότι η κλασική μαρξιστική πολιτική οικονομία του καπιταλισμού αντικαθίσταται από μια νέα πολιτική οικονομία του μονοπωλίου; Ας δούμε μια άποψη: «Ο μονοπωλιακός καπιταλισμός δε γεννάει έναν κάποιο ιδιαίτερο, αποκλειστικά δικό του στόχο της παραγωγής. Ο στόχος αυτός και στο στάδιο του ιμπεριαλισμού έγκειται στη δημιουργία του ανώτατου ορίου κέρδους με το ελάχιστο όριο του καταβαλλόμενου κεφαλαίου. Στις συνθήκες όμως του προμονοπωλιακού καπιταλισμού η πάλη των καπιταλιστών για το ανώτατο ποσοστό και για τον ανώτατο όγκο του κέρδους αντικειμενικά οδηγούσε στο αποτέλεσμα τα διαφορετικού μεγέθους κεφάλαια να αποδίδουν διαφορετικού μεγέθους κέρδη.
»Η εξέταση των φαινομένων που υπάρχουν στην επιφάνεια της καπιταλιστικής κοινωνίας δείχνει ότι ο ιμπεριαλισμός φέρνει ουσιαστικές αλλαγές στη διαδικασία της διαμόρφωσης του καπιταλιστικού κέρδους. Το πρώτο σημείο που εντυπωσιάζει είναι το μόνιμο, το σημαντικό χάσμα ανάμεσα στο ποσοστό κέρδους των διάφορων μονοπωλίων και των μη μονοπωλιακών επιχειρήσεων».[11]
            Αν τώρα οι Μ&Σ βλέπουν ότι η κυριαρχία των μονοπωλίων δε γεννά την ανάγκη για την ειδική εξέταση αυτής της κατηγορίας, δηλαδή αν δε συμφωνούν με την πραγματικότητα, τότε τόσο το χειρότερο για αυτήν. Η τυχόν άρνηση του βαρύνοντος ρόλου των μονοπωλίων στην οικονομική και πολιτική ζωή του καπιταλισμού, ουσιαστικά αρνείται την ύπαρξη του ιμπεριαλισμού. Δεν μπορεί να παραβλέψει κάποιος το γεγονός ότι «Οι οικονομικές συνθήκες που δημιουργούνται στο στάδιο του ιμπεριαλισμού έχουν σαν αποτέλεσμα να βγάζουν τα μονοπώλια συστηματικά τέτοιο υπερκέρδος που είναι αδύνατο να το πραγματοποιήσουν οι άλλοι καπιταλιστές. Μ’ αυτή την έννοια, λοιπόν, δηλαδή με την έννοια της αντικειμενικής εξάρτησης, το μονοπωλιακό υπερκέρδος εμφανίζεται σαν οικονομική αναγκαιότητα της εποχής του ιμπεριαλισμού. Αποκαλύπτεται μια νέα τάση-η δημιουργία μέσα σε συγκεκριμένα χρονικά όρια ενός άνισου κέρδους από κεφάλαια άνισου μεγέθους, που αντανακλά τις νέες, μονοπωλιακές συνθήκες λειτουργίας του κεφαλαίου.
            »Οι νέες συνθήκες, που γεννούν το μονοπωλιακό υπερκέρδος, έχουν τη ρίζα τους στην αλλαγή της κυριαρχίας του ελεύθερου ανταγωνισμού με την κυριαρχία του μονοπωλίου[…]
»Το μονοπωλιακό κεφάλαιο εξασφαλίζει το μονοπωλιακό υπερκέρδος με τη χρησιμοποίηση ορισμένων πηγών πλουτισμού, που πολλές απ’ αυτές είναι απρόσιτες για το μη μονοπωλιακό κεφάλαιο. Φυσικά, οποιεσδήποτε αλλαγές κι αν γίνουν στην καπιταλιστική κοινωνία, γεγονός αναμφισβήτητο παραμένει ότι η κάθε αξία δημιουργείται μόνο με την ανθρώπινη εργασία, ότι μόνο τα προϊόντα εργασίας που έχουν παραχθεί στο δοσμένο χρόνο ή στη διάρκεια προηγουμένων ετών μπορούν να κατανεμηθούν και να ανακατανεμηθούν.
 »Την πιο σημαντική πηγή μονοπωλιακού υπερκέρδους αποτελεί η ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης. Αυτό το πετυχαίνουν με το άμεσο ανέβασμα του ορίου της εκμετάλλευσης στις επιχειρήσεις των μονοπωλίων, όπως και στις επιχειρήσεις  του μη μονοπωλιακού κεφαλαίου. Το κεφάλαιο περικλείνει μέσα στη σφαίρα της εκμετάλλευσης τεράστιους όγκους εργατικής δύναμης στις οικονομικά καθυστερημένες χώρες, όπου είναι εξαιρετικά χαμηλός ο μισθός εργασίας και πιο παρατεταμένη η εργάσιμη ημέρα σε σύγκριση με τις ιμπεριαλιστικές χώρες. Το αποτέλεσμα είναι ότι τα όρια εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης μέσα στα πλαίσια του δοσμένου μονοπωλιακού κεφαλαίου ευρύνονται σημαντικά».[12]
Πώς, όμως, σχετίζεται η δράση του μονοπωλίου με τις εξαρτημένες χώρες; «[…] οι αναπτυσσόμενες χώρες δεν έχουν ταυτόχρονα την ευκαιρία να ελέγξουν τις τιμές των προϊόντων που παράγουν καθότι η οικονομική δύναμη των πολυεθνικών εταιριών φτάνει στο επίπεδο του πλήρους ελέγχου του προϊόντος, από τη στιγμή της παραγωγής, μέχρι και την τελική πώλησή του στις αγορές των πλουσίων χωρών»,[13](η υπογράμμιση δική μας).
Με τη «νέα» αντίληψή τους περί ιμπεριαλισμού οι Μ&Σ επιτυγχάνουν στο πολιτικό και πολιτικό επίπεδο:να εξαλείψουν την εκμετάλλευση και καταπίεση ολόκληρων λαών από τον ιμπεριαλισμό. Αρνούνται να παραδεχτούν το γεγονός ότι υπάρχει μεταφορά υπεραξίας από τον αδύνατο κρίκο στον ισχυρό. Δεν κατανοούν ή κάνουν πως δεν κατανοούν πως στο παγκόσμιο γίγνεσθαι οι ιμπεριαλιστικές χώρες είναι μόνο μια χούφτα και ότι τα μονοπώλια αυτών των χωρών είναι αυτά που σχεδιάζουν τις βασικές οικονομικές και πολιτικές αποφάσεις. Κατά την αντίληψή τους, που μάλιστα ντρέπονται να την διατυπώσουν ευθέως, όλες οι χώρες είναι ιμπεριαλιστικές. Κατορθώνουν να «καταργήσουν» την αξία των αντιμονοπωλιακών, αντιιμπεριαλιστικών και δημοκρατικών συνθημάτων και αιτημάτων που δίνουν τη δυνατότητα συμμαχιών ανάμεσα σε καταπιεζόμενα κοινωνικά στρώματα (μικρομεσαίοι αγρότες, μεσαία στρώματα της πόλης, διανοούμενοι κ.α.) με την εργατική τάξη. Ουσιαστικά καταργούν τη διάκριση τακτικής-στρατηγικής. Απορρίπτουν την έννοια του πατριωτισμού (με ταξικό περιεχόμενο).
Θα πρέπει ακόμη να σημειώσουμε πως οι «δεξαμενές σκέψης»  στην Αμερική, προώθησαν στο παρελθόν την άποψη ότι ο όρος μονοπώλιο δεν είναι κατάλληλος για να περιγράψει την πορεία των οικονομικών εξελίξεων. Ο Αμερικανός οικονομολόγος Χάμπερλερ υποστήριζε ότι «Μπορούμε να αγνοήσουμε τα στοιχεία των μονοπωλίων και τότε όλα θα γίνουν καθαρά σε ό,τι αφορά το πώς λειτουργούν  οι οικονομικές διαδικασίες και πώς κατανέμονται οι εφεδρείες μας».[14] Ο επίσης Αμερικανός οικονομολόγος Φ. Νάιτ εκπροσωπούσε την άποψη σύμφωνα με την οποία στην αγορά βασιλεύει αρμονία, ενώ το μονοπώλιο εμφανίζεται ως μια τυχαία παραβίαση της ισορροπίας της αγοράς.[15]
*  *  *  *
Στο τρίτο μέρος του βιβλίου υποστηρίζεται ότι στις χώρες της «περιφέρειας» το ποσοστό κέρδους είναι χαμηλότερο από ό,τι στις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού.  Υποστηρίζεται ακόμη πως η διακύμανση των νομισματικών ισοτιμιών λειτουργεί προστατευτικά για τα λιγότερα αναπτυγμένα κράτη.
            Κατ’ αρχάς να διευκρινίσουμε πως η όποια «ανεξάρτητη» νομισματική πολιτική ενός κράτους δεν είναι και τόσο ανεξάρτητη όσο φαίνεται. Οι διαδικασίες νομισματικής ενοποίησης στην ΕΕ και η επιβολή της ευρωζώνης αφαίρεσαν αυτό το δικαίωμα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως οι αστικές τάξεις των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών δεν είχαν κέρδη από αυτή τη διαδικασία. Ωστόσο, η επιβολή αυτή ήταν επιλογή των πιο ισχυρών κεφαλαίων και ειδικά του γερμανικού. Έπειτα, ακόμη και σε καιρούς που υπήρχε αυτή η σχετική αυτοτέλεια ενός καπιταλιστικού κράτους, η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος ευνοούσε τις εξαγωγικές δραστηριότητες, όμως, πίεζε το εισόδημα της εργατικής τάξης, αφού τα εισαγόμενα προϊόντα γίνονταν ακριβότερα. Και όταν η χώρα αυτή είναι μια χώρα σαν την Ελλάδα που εισάγει προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, τότε μπορούμε να καταλάβουμε τις επιπτώσεις από μια τέτοια πολιτική. Όμως, ακόμη κι αν το εισόδημα δεν πιεζόταν προς τα κάτω, η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, δεν μπορούσε να αποκαταστήσει τα διαφορετικά επίπεδα καπιταλιστικής ανάπτυξης ή σε κάθε περίπτωση αναυτό γινόταν, γινόταν πρόσκαιρα. Υποτίμηση του εθνικού νομίσματος δε σημαίνει και απόκτηση βαριάς βιομηχανίας, διεξαγωγή έρευνας σε τομείς νέων τεχνολογικών, μη αναγκαστική αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού και κυρίως αποκατάσταση των ταξικών διαφορών.Ωστόσο, πρέπει να διευκρινίσουμε πως η ύπαρξη ενός εθνικού νομίσματος είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή μιας άλλης πολιτικής σε όφελος των καταπιεζόμενων τάξεων και στρωμάτων.
Όσον αφορά στον άλλο ισχυρισμό των Μ&Σ, πράγματι με όρους πολιτικής οικονομίας η εργατική τάξη της «μητρόπολης» είναι περισσότερο εκμεταλλευόμενη από την εργατική τάξη της «περιφέρειας», αφού το ποσοστό της υπεραξίας είναι υψηλότερο στην πρώτη, λόγω της υψηλότερης παραγωγικότητας που οφείλεται στα πιο εξελιγμένα μέσα παραγωγής και στην καλύτερη γνώση της οργάνωσης της παραγωγής. Αυτό συμβαίνει όσο οι χώρες της «περιφέρειας» δεν έχουν ανάλογη τεχνολογία.
Τι γίνεται, όμως, όταν το ξένο κεφάλαιο επενδύει στην «περιφέρεια», εισάγοντας τις νέες τεχνολογίες που το ίδιο κατέχει, μεταφέροντας διευθυντικό προσωπικό που έχει γνώσεις οργάνωσης της παραγωγής και παίρνοντας υπόψη ότι στην «περιφέρεια» τα ημερομίσθια είναι κατά κανόνα χαμηλότερα και οι εργασιακές σχέσεις είναι χειρότερες; Η εμπειρία, τουλάχιστον, λέει πως ο καπιταλιστής καταλαβαίνει ότι με την τοποθέτηση του κεφαλαίου του στην περιφέρεια, αυξάνει ο όγκος των κερδών του και το μέσο ποσοστό κέρδος του. Αλλιώς, τι λόγο θα είχε να τοποθετεί το κεφάλαιό του στην ασθενέστερη χώρα; Η επιχειρηματολογία των Μ&Σ είναι σα να εννοεί ότι η γνωστή εταιρεία αθλητικών ειδών ΝΙΚΕ από διαστροφή και μόνο κατευθύνεται στις ασιατικές χώρες όπου δεκάχρονα παιδιά πληρώνονται το πολύ με 2,20 δολάρια την ημέρα.[16]
Ας δούμε τώρα μερικά στοιχεία. Ο παρακάτω πίνακας δείχνει μια αυξητική τάση για τις ΑΞΕ που κατευθύνονται στις ασθενέστερες χώρες, σαφώς μεγαλύτερη από ότι στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες. Ακόμη πιο ευανάγνωστη γίνεται η τάση αν δούμε τη σχέση των ΑΞΕ των ασθενέστερων χωρών ως προς το σύνολο των ΑΞΕ. Από το 1990 ως το 2005 το ποσοστό των ΑΞΕ στις ασθενέστερες χώρες αυξήθηκε κατά 2,5 περίπου φορές στη συμμετοχή του στο συνολικό ποσοστό. Επίσης, την ίδια χρονική περίοδο, η αύξηση των ΑΞΕ στις ασθενέστερες χώρες ήταν της τάξης του 613% (από 24 έγινε 281), ενώ στις ισχυρότερες κατά 267% (από 168 έγινε 693).

Τοποθέτηση ΑΞΕ σε χώρες υψηλού, χαμηλού και μέσου εισοδήματος (σε δισ. δολάρια)

1990
2001
2002
2003
2004
2005
Χώρες υψηλού εισοδήματος
168
617
568
478
508
693
Χώρες χαμηλού και μέσου εισοδήματος
24
171
157
160
218
281
Σύνολο
192
788
725
638
726
974
Σχέση των χωρών χαμηλού και μέσου εισοδήματος ως προς το σύνολο
12%
22%
22%
25%
30%
29%
Πηγή: www.devdata.worldbank.org/data-query





Η τάση που υπάρχει και στη γεωγραφική κατανομή της βιομηχανικής παραγωγής είναι υπέρ των αναπτυσσόμενων χωρών, κάτι που φαίνεται στον επόμενο πίνακα:

Γεωγραφική κατανομή βιομηχανικής παραγωγής 1970-1995
Περιοχή
1970
1995
Αναπτυγμένες χώρες
88,0
80,3
Αναπτυσσόμενες χώρες
12,0
19,7
Πηγή: Kozul-Wright/Rowthon 1998, σελ.18[17]

Και οι δυο πίνακες που μόλις είδαμε, επιβεβαιώνουν μεν ότι το κύριο κομμάτι της «πίτας» το έχουν οι ισχυρότερες καπιταλιστικές χώρες, οι υπόλοιπες, όμως, δείχνουν ότι όλο και μεγαλώνουν το «δικό» τους κομμάτι, έστω και με αργούς ρυθμούς. Το «δικό» τους, βέβαια δεν είναι και τόσο δικό τους, αφού οφείλεται στις ΑΞΕ: «Όλες οι αναδυόμενες χώρες μαζί-στη Λατινική Αμερική, την Ασία, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική-κατέχουν συνολικά τις 26 από τις 500 μεγαλύτερες επιχειρήσεις στον κόσμο-δηλαδή μόλις το 5%».[18]
            Τέλος, όσον αφορά στην καπιταλιστική κρίση που ενέσκηψε στην Ελλάδα, εντύπωση προκαλούν όχι όσα οι συγγραφείς λένε, αλλά όσα δε λένε. Πρώτα από όλα πρέπει να πούμε πως πασχίζουν να αποδείξουν ότι οι χώρες της περιφέρειας είχαν μεγαλύτερους ρυθμούς αύξησης από ότι οι χώρες του κέντρου. Τώρα τι είδους ανάπτυξη ήταν αυτή, φαίνεται να μην τους ενδιαφέρει ή φαίνεται να μη νοιάζονται για το γεγονός ότι το εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδας βαίνει μειούμενο από την είσοδό της στην ΕΟΚ (μάλιστα ενώ πριν την ένταξη ήταν θετικό, σήμερα είναι αρνητικό).
            Οι Μ&Σ με τη θορυβώδη σιωπή τους δεν αναφέρουν ότι:
§  Στη δανειακή σύμβαση που υπογράφηκε, η Γερμανία δεν υπογράφει ως κράτος, αλλά ωςκρατική γερμανική τράπεζα KFW προκειμένου το ελληνικό κράτος να μην εγείρει αξιώσεις συμψηφισμού με τις γερμανικές αποζημιώσεις από το Β’  παγκόσμιο πόλεμο.
§  Στο άρθρο 14, παράγραφος 5 της σύμβασης αναφέρεται ότι «Με τη παρούσα ο Δανειολήπτης αμετάκλητα και άνευ πόρων παραιτείται από κάθε ασυλία που έχει ή πρόκειται να αποκτήσει, όσον αφορά τον ίδιο ή τα περιουσιακά του στοιχεία, από νομικές διαδικασίες σε σχέση με την παρούσα Σύμβαση […]».[19]
§  Στην Ελλάδα έχει επιβληθεί ένας υπερυπουργός με 60 γραφειοκράτες, ο γνωστός Ράιχενμπαχ.
§  Ο υπουργός οικονομικών της ΓερμανίαςΒόλφανγκ Σόιμπλε έχει δηλώσει με ξεκάθαρο και κυνικό τρόπο πως η Ελλάδα πρέπει να παραχωρήσει εθνική κυριαρχία.
§  Πολυεθνικά μονοπώλια εποφθαλμιούν τις ενεργειακές πηγές της Ελλάδας. Είναι ολοφάνερο πως ετοιμάζεται νέο πλιάτσικο που θα αφορά στην εκμετάλλευση της ηλιακής ενέργειας, τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου κ.α.
*  *  *  *
Θα πρέπει, επιπλέον, να πούμε πως ο «επαναστάτης» Μηλιός που «διορθώνει» το ρεφορμιστή Λένιν έχει καταθέσει μια άκρως «επαναστατική» πρόταση:«Πρόκειται για αδιέξοδο (σ.σ. η σημερινή πολιτική του κεφαλαίου): η Ευρώπη ή θα γίνει κοινωνική ή δε θα υπάρξει. Οι ευρωπαίοι εργαζόμενοι έχουν τη δύναμη  να επιβάλλουν μια ριζικά διαφορετική πορεία: ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και του λαϊκού εισοδήματος που αναζωογονεί την οικονομία, αναπτυξιακές δημόσιες επενδύσεις, κοινωνικό έλεγχο του τραπεζικού συστήματος, δραστική αύξηση των δημόσιων εσόδων μέσα από ένα προοδευτικό φορολογικό σύστημα, απευθείας δανεισμός των δημόσιων προϋπολογισμών από την ΕΚΤ (σ.σ. Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα)».[20]
     Ο Μηλιός δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να αναπαράγει το θεωρητικό σχήμα του Πουλαντζά σύμφωνα με το οποίο «το κράτος πρέπει να θεωρείται ως μια σχέση και για την ακρίβεια ως η υλική συμπύκνωση ενός συσχετισμού δυνάμεων ανάμεσα σε τάξεις (!!!)».[21]Ο ευρωκομμουνισμός πέθανε, ζήτω ο ευρωκομμουνισμός! Όταν ο Μηλιός καλείται να καταθέσει την πολιτική του πρόταση ενόψει της σοβαρής σημερινής καπιταλιστικής κρίσης, τότε αναμασά τις συνταγές της κεϋνσιανής σοσιαλδημοκρατίας. Τι σημαίνει κοινωνικό κράτος άραγε, τι σημαίνει αναζωογόνηση της οικονομίας εντός του καπιταλιστικού πλαισίου και πόσο προοδευτική και ρηξικέλευθη είναι η πρόταση για δανεισμό από την ΕΚΤ; Η κεϋνσιανή σοσιαλδημοκρατία πέθανε, ζήτω η νεοκεϋνσιανή σοσιαλδημοκρατία!

*  *  *  *
      Εν κατακλείδει: οι Μ&Σ διορθώνουν υποτίθεται τη λενινιστική άποψη περί ιμπεριαλισμού. Δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Λένιν υποστήριξε πως «Αν θα χρειαζόταν να δοθεί όσο το δυνατό ποιο σύντομος ορισμός του ιμπεριαλισμού, θα έπρεπε να πούμε ότι ο ιμπεριαλισμός είναι το μονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισμού».[22] Ακόμη έγραψε πως «Μια και γίνεται λόγος για την αποικιακή πολιτική της εποχής του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού, είναι απαραίτητο να σημειώσουμε ότι το χρηματιστικό κεφάλαιο και η αντίστοιχη σε αυτό διεθνής πολιτική, που οδηγεί στον αγώνα των μεγάλων δυνάμεων για το οικονομικό και πολιτικό μοίρασμα του κόσμου, δημιουργούν ολόκληρη σειρά από μεταβατικές μορφές κρατικής εξάρτησης. Χαρακτηριστικές για αυτή την εποχή δεν είναι μόνο οι δυο βασικές ομάδες χωρών: οι χώρες που κατέχουν αποικίες και οι αποικιακές χώρες, αλλά και οι ποικίλες μορφές των εξαρτημένων χωρών, που πολιτικά, τυπικά είναι ανεξάρτητες, στη πράξη όμως είναι μπλεγμένες στα δίχτυα της χρηματιστικής και διπλωματικής εξάρτησης. Έχουμε, ήδη, αναφέρει προηγούμενα μια από αυτές τις μορφές, τις μισοαποικίες. Δείγμα μιας άλλης μορφής είναι, λόγου χάρη, η Αργεντινή»,[23] (η υπογράμμιση με πλαγιογράμματα στο πρωτότυπο, με τονισμένα γράμματα δική μας).
Για να μην πέσουμε, όμως, σε μια εικονομαχία και σε ένα μεταφυσικό τρόπο ανάλυσης, διευκρινίζουμε ότι το θέμα δεν είναι μόνο ότι αυτά τα είπε ο Λένιν (που στο κάτω-κάτω υπήρξε εκείνος ο επαναστάτης που ήταν ο πρωταγωνιστής της υλοποίησης του οράματος της σοσιαλιστικής επανάστασης και κοινωνίας), αλλά ότι στηρίχθηκαν στα οικονομικά και πολιτικά δεδομένα της εποχής και επιβεβαιώθηκαν από την πράξη, όπως άλλωστε επαληθεύονται και σήμερα. Αυτό δε συνέβη γιατί ο μεγάλος επαναστάτης είχε προφητικές ικανότητες, αλλά γιατί ήταν οπλισμένος με τη μαρξιστική σκέψη και άρα σκεφτόταν διαλεκτικά, κάτι που αδυνατούν να κάνουν οι Μ&Σ.

Β.Λ.

Παραπομπές
1. Δες χαρακτηριστικά Μηλιός-Σωτηρόπουλος, Ιμπεριαλισμός, χρηματοπιστωτικές αγορές, κρίση, σελ. 46, εκδ. Νήσος, Αθήνα 2011
2. Λένιν, Άπαντα,Ο ιμπεριαλισμός… τ. 27, σελ. 403,εκδ. Σύγχρονη Εποχή
3. Δες,  Λένιν, Άπαντα, Ο ιμπεριαλισμός… τ. 27, σελ. 411-412, εκδ. Σύγχρονη Εποχή
4. Δες, Μηλιός-Σωτηρόπουλος, ο.π., σελ. 67
5. Δες, Μηλιός-Σωτηρόπουλος, ο.π., σελ. 177
6. Μηλιός-Σωτηρόπουλος, ο.π., σελ. 218
7. ο.π. σελ. 218
8. ο.π. σελ.220-231
9. ο.π. σελ. 231
10. Οικονομική Σχολή Πανεπιστημίου Λομονόσοφ Μόσχας, Πολιτική Οικονομία, έκδοση Υπουργείου Παιδείας της ΕΣΣΔ, τ.3, 773-775, εκδ. Gutenberg, 1980
11. Οικονομική Σχολή Πανεπιστημίου ΛομονόσοφΜόσχας, ο.π., τ.3, 776
12. Οικονομική Σχολή ΠανεπιστημίουΛομονόσοφ Μόσχας, ο.π., τ.3, 777-778
13. Τσάλτας Γρηγόρης, Αναπτυξιακό φαινόμενο και τρίτος κόσμος, σελ.121, εκδ. Παπαζήση, Επικαιροποιημένη έκδοση,2010
14. AmericanEconomicReview, May 1954, p. 87. Αναφέρεται στο Οικονομική Σχολή Πανεπιστημίου Λομονόσοφ Μόσχας, Πολιτική Οικονομία, έκδοση Υπουργείου Παιδείας της ΕΣΣΔ, τ.3, 788, εκδ. Gutenberg, 1980
15. Οικονομική Σχολή Πανεπιστημίου ΛομονόσοφΜόσχας, ο.π., τ.3, 788
16. Γουέστ Σαμ, Η κρυμμένη αλήθεια πίσω από την εταιρεία ΝΙΚΕ, ΚΟΜΕΠ, τ.2, 1997
17. Αναφέρεται στο Σακελλαρόπουλος Σπύρος, Ο μύθος της Παγκοσμιοποίησης και η Πραγματικότητα του Ιμπεριαλισμού, σελ. 120, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 2004
18. Πέτρας Τζέιμς-ΒελτμέγιερΧένρι, Η παγκοσμιοποίηση χωρίς μάσκα, Ο ιμπεριαλισμός στον 21ο αιώνα, σελ. 83, εκδ. ΚΨΜ, Αθήνα 2005
19. Μνημόνιο, Η δανειακή σύμβαση μεταξύ ελληνικής κυβέρνησης-Ευρωπαϊκής Ένωσης- Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Ειδική Έκδοση του περιοδικού Επίκαιρα, σελ. 33, 10/6-16/6/2010
20. Μηλιός Γιάννης, Η παραπαίουσα Ευρώπη, εφημερίδα Τα Νέα, 20-21/8/2022
21. Δες αναλυτικά σε διάφορα σημεία το Πουλαντζάς Νίκος, Το κράτος, η εξουσία, ο σοσιαλισμός, εκδ. Θεμέλιο, Γ’ έκδοση, 2001.
22. Λένιν, Άπαντα, Ο ιμπεριαλισμός…, τ. 27, σελ. 392,εκδ. Σύγχρονη Εποχή
23. Λένιν, Άπαντα, Ο ιμπεριαλισμός…, τ. 27, σελ. 389,εκδ. Σύγχρονη Εποχή
Διαβάστε περισσότερα...